Pages

28 April 2014

Κερδίζοντας από την κρίση





Κερδίζοντας από την κρίση: Πώς εταιρείες και δικηγόροι αποκομίζουν κέρδη από τις ευρωπαϊκές χώρες που πλήττονται από την κρίση

 

Μια παρέμβαση των ινστιτούτων Transnational Institute και Corporate Europe Observatory με ειδικό ελληνικό ενδιαφέρον.

 


μετάφραση-επιμέλεια: Ηρακλής Οικονόμου

(Δημοσιεύτηκε στο ένθετο ΕΝΘΕΜΑΤΑ της ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΑΥΓΗΣ στις 27 Απριλίου 2014)

 

Στις αρχές Μαρτίου, οι γνωστές ριζοσπαστικές δεξαμενές σκέψης Transnational Institute και Corporate Europe Observatory ένωσαν τις δυνάμεις τους εκδίδοντας μια έκθεση με τίτλο «Κερδίζοντας από την Κρίση». Η μελέτη έχει άμεσο ενδιαφέρον για την Ελλάδα και την ελληνική Αριστερά καθώς καταδεικνύει πώς οι εταιρείες, με την υποστήριξη δικηγόρων, χρησιμοποιούν τις διεθνείς επενδυτικές συμφωνίες για να μεγεθύνουν τα κέρδη τους, υποβάλλοντας αγωγές εναντίον ευρωπαϊκών χωρών που μαστίζονται από την κρίση. Με άλλα λόγια, μας περιγράφει πώς οι κερδοσκόποι γκρεμίζουν ό,τι αφήνουν πίσω τους η τρόικα και η κυβερνητική πολιτική, δείχνοντας ταυτόχρονα τις πανίσχυρες ασφαλιστικές δικλείδες υπέρ του κεφαλαίου που βρίσκονται σε ισχύ διεθνώς και περιορίζουν το εύρος δράσης της οποιασδήποτε κυβέρνησης της Αριστεράς (αν μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα έχει τη βούληση να αμφισβητήσει αυτές τις δικλείδες). Η έκθεση εκδόθηκε στα αγγλικά, εδώ:

http://corporateeurope.org/sites/default/files/profiting-from-crisis_0.pdf

 

***

 

Για αρκετό καιρό, οι ευρωπαϊκές χώρες παρέμεναν απρόσβλητες από το διογκούμενο παγκόσμιο κύμα αγωγών επενδυτή εναντίον κράτους, που έτεινε να επικεντρώνεται στις αναπτυσσόμενες χώρες. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όμως, οι εταιρείες και οι δικηγόροι επενδύσεων έχουν στρέψει το βλέμμα τους στη δυνητική λεία τους στην Ευρώπη. Ένα καθεστώς επενδύσεων που επινοήθηκε σε μυστικές αίθουσες διοικητικών συμβουλίων στην Ευρώπη, το οποίο δίνει στις εταιρείες πανίσχυρα δικαιώματα άσκησης αγωγών εναντίον των κυβερνήσεων, βρίσκεται πλέον πίσω στην «έδρα» του και εστιάζει εκεί, στις χώρες της Ευρώπης.

 

Οι νομικές βάσεις αυτών των αγωγών είναι οι πάνω από 3.000 διεθνείς συμφωνίες επενδύσεων (ΔΣΕ) που βρίσκονται σε ισχύ σήμερα. Περιέχουν λεπτομερείς προστατευτικές δικλείδες υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, που ενσωματώνονται σε γενικόλογες διατάξεις περί «δίκαιης και ισότιμης αντιμετώπισης» και «προστασίας από έμμεση απαλλοτρίωση». Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι διατάξεις ερμηνεύονται με τέτοια ευρύτητα ώστε να δίνεται λευκή επιταγή στις επιχειρήσεις να καταθέτουν αγωγή εις βάρος κρατών για οποιαδήποτε ρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδρά στα τρέχοντα ή μελλοντικά κέρδη τους. Επιπλέον, οι συμφωνίες επενδύσεων παραχωρούν στις εταιρείες δικαιώματα προστασίας, χωρίς να παραχωρούν παρεμφερή δικαιώματα στα κράτη για να προστατεύσουν τους πολίτες τους.

 

Η μελέτη «Κερδίζοντας από την Κρίση» αποκαλύπτει πώς:

 

Η δημόσια διάσωση των τραπεζών που οδήγησε στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους θα μπορούσε να επαναληφθεί με μία δεύτερη δημόσια διάσωση, αυτή τη φορά των κερδοσκόπων επενδυτών. Οι επιχειρηματικοί επενδυτές διεκδικούν σε διαιτητικές διαφορές πάνω από 700 εκατομμύρια ευρώ από την Ισπανία, πάνω από ένα δισεκατομμύριο ευρώ από την Κύπρο, και άγνωστο ποσό από την Ελλάδα. Αυτός ο λογαριασμός, μαζί με τις εξωπραγματικές αμοιβές των δικηγόρων που διαχειρίζονται τις υποθέσεις, θα πληρωθεί από τα δημόσια ταμεία σε μία περίοδο όπου τα μέτρα λιτότητας έχουν οδηγήσει σε σημαντικές περικοπές των κοινωνικών δαπανών και διογκούμενη εξαθλίωση των πιο ευπρόσβλητων κοινωνικών ομάδων. Το 2013, η Ισπανία, ενώ ξόδευε εκατομμύρια για να υπερασπιστεί τον εαυτό της σε αγωγές, περιέκοψε τις δαπάνες υγείας κατά 22% και τις δαπάνες εκπαίδευσης κατά 18%.

 

Πολλές από τις αγωγές επενδύσεων που εκκρεμούν εναντίον των ευρωπαϊκών χωρών που μαστίζονται από την κρίση προέρχονται από κερδοσκόπους επενδυτές. Δεν ήταν μακροπρόθεσμοι επενδυτές, αλλά εκείνοι που επένδυσαν καθώς εξελισσόταν η κρίση, και άρα γνώριζαν πλήρως τους κινδύνους. Όμως, αντί να πληρώσουν το κόστος των επενδύσεων υψηλού ρίσκου που επέλεξαν, έλαβαν από τις επενδυτικές συμφωνίες            μια δίοδο διαφυγής, και τις χρησιμοποιούν πλέον για να απομυζήσουν επιπλέον     πλούτο από τις χώρες. Η σλοβάκικη τράπεζα Postova Bank, για παράδειγμα, αγόρασε ομόλογα στις αρχές του 2010, την ίδια στιγμή που η Standard & Poor χαρακτήριζε το χρέος της Ελλάδας ως «σκουπίδι» (junk). Στην Ισπανία, από τις 22 εταιρείες που εμπλέκονται σε αγωγές, οι 12 επένδυσαν μετά το 2008, όταν εισήχθησαν οι πρώτοι περιορισμοί στις επιδοτήσεις ηλιακής ενέργειας· άλλες οχτώ συνέχισαν να επενδύουν στη χώρα παρά τις απειλές προς τις επενδύσεις τους.

 

Οι επενδυτές που εμπλέκονται στις αγωγές έχουν αποκομίσει σημαντικά κέρδη παρά     την «απειλή» προς τις επενδύσεις τους από τις χώρες που μαστίζονται από την κρίση. Η Postova Bank ανακοίνωσε καθαρά κέρδη 67,5 εκατομμυρίων Ευρώ το 2012, ενώ η εταιρεία επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας Abengoa SA ανακοίνωσε αύξηση 17% στο τζίρο της, που έφτασε στα 5,23 δισεκατομμύρια ευρώ τους πρώτους       εννιά μήνες του 2013. Όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά για τις χώρες      που μηνύονται. Οι Έλληνες, για παράδειγμα, είναι κατά 40% φτωχότεροι σε σχέση με την οικονομική τους κατάσταση το 2008, ενώ έχει αυξηθεί δραματικά ο αριθμός των αστέγων. Ένα στα τρία παιδιά (600.000 περίπου) ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.

 

Οι εταιρείες επενδύσεων και οι δικηγόροι τους χρησιμοποιούν την απειλή άσκησης αγωγής για να αλλάξουν δημόσιες πολιτικές ή να αποτρέψουν ρυθμίσεις που θα απειλούσαν τα κέρδη τους. Σε ένα ενημερωτικό δελτίο προς τους πελάτες της τον Οκτώβριο του 2011, η εταιρεία δικηγόρων K&L Gates, με έδρα στις ΗΠΑ, σύστησε στους επενδυτές να χρησιμοποιούν την απειλή της διαιτησίας επενδύσεων σαν «διαπραγματευτικό εργαλείο» στις διαπραγματεύσεις τους με κυβερνήσεις που αφορούν την αναδιάρθρωση του χρέους. Παρομοίως, η βρετανική εταιρεία Clyde & Co πρότεινε να χρησιμοποιείται η «εν δυνάμει αρνητική δημοσιότητα» μιας επενδυτικής αγωγής σαν «μοχλός πίεσης σε περίπτωση διαμάχης με μία ξένη κυβέρνηση».

 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παίξει έναν δόλιο ρόλο συνυπαιτιότητας, καθώς στην πραγματικότητα ενθαρρύνει αυτό το κύμα εταιρικών αγωγών που μαστίζει χώρες χτυπημένες βαριά από την κρίση. Κάποιες από τις αγωγές προκύπτουν λόγω μέτρων που αφορούν την αναδιάρθρωση του χρέους και του τραπεζικού συστήματος, τα οποία απαιτούνται στο πλαίσιο των πακέτων διάσωσης που παρέχει η ΕΕ. Επιπλέον, ενώ η Επιτροπή έχει ασκήσει κριτική στις διεθνείς συμφωνίες επενδύσεων μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ (γνωστές και ως ενδοκοινοτικές ΔΣΕ), συνεχίζει να προωθεί ενεργά τη χρήση διαιτητικών μηχανισμών επενδυτή - κράτους παγκοσμίως, και ιδιαίτερα στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για την αμφιλεγόμενη εμπορική συμφωνία ΕΕ - ΗΠΑ. Η υπεράσπιση της εταιρικής ασυλίας τη στιγμή που αμφισβητείται η κοινωνική προστασία είναι μία θλιβερή απόδειξη των τωρινών προτεραιοτήτων που υπηρετούνται μέσω των εμπορικών και οικονομικών πολιτικών της ΕΕ.

 

Το καθεστώς επενδυτικής διαιτησίας παρέχει αντιμετώπιση VIP σε ξένους επενδυτές και ιδιωτικοποιεί τη δικαιοσύνη. Οι ξένοι επενδυτές απολαμβάνουν περισσότερων δικαιωμάτων σε σχέση με τις εγχώριες εταιρείες, τα άτομα και τις κοινότητες, ακόμα και όταν αυτές επηρεάζονται εξίσου με τους επενδυτές από τα μέτρα που οδήγησαν        στη δικαστική διένεξη. Οι υποθέσεις κρίνονται από ένα δικαστήριο που αποτελείται        από τρεις ιδιώτες δικηγόρους, οι οποίοι εκδίδουν αποφάσεις σχετικά με πολιτικές οι οποίες επηρεάζουν την ευημερία εκατομμυρίων ανθρώπων. Και κάποιοι απ’ αυτούς αγνοούν διεθνείς νομικές αρχές που επιτρέπουν σε κράτη να παραβιάζουν τις διεθνείς τους υποχρεώσεις όταν είναι αναγκαία η προστασία των συμφερόντων των πολιτών τους, ιδιαίτερα σε καταστάσεις κρίσης.

 

Η εντεινόμενη κρίση στις χώρες της Ευρώπης έχει προσελκύσει ολοένα και περισσότερους «γύπες» που παραμονεύουν για κέρδη. Το 2012, η εταιρεία Greylock Capital, με έδρα στη Νέα Υόρκη, υποστήριξε δημόσια ότι η εξαγορά ελληνικών ομολόγων ήταν «η ανταλλαγή της χρονιάς». Εκείνη την περίοδο, οι επενδυτές πλήρωναν 19 με 25 σεντς για κάθε ένα δολάριο αξίας των ομολόγων.

 

Τον Απρίλιο του 2013, η δικηγορική εταιρεία Skadden - με έδρα στις ΗΠΑ - που αντιπροσωπεύει τη Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου σε μία διαφαινόμενη αγωγή εναντίον της Ελλάδας αξίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία προκύπτει από επενδυτική συμφωνία - επαίνεσε την «αυξανόμενη έλξη και την καινοτόμο χρήση των Διμερών Συμφωνιών Επενδύσεων». Η εταιρεία σημείωσε ότι «η έλξη των δικαστηρίων ΔΣΕ, μαζί με την οικονομική αβεβαιότητα της σημερινής περιόδου, έχουν πυροδοτήσει μία αυξανόμενη χρήση των ΔΣΕ για την επίλυση διαφορών με τρόπους που προηγουμένως δεν ήταν διαθέσιμοι στα διαιτητικά δικαστήρια, και αναμένουμε τη συνέχιση αυτής της τάσης». Η εμπειρία της Αργεντινής, που αντιμετώπισε 55 αγωγές επενδυτών μετά την κρίση του 2001, δείχνει ότι οι απαιτήσεις καταφτάνουν για αρκετό καιρό μετά από μία κρίση.

 

Αυτές οι διαφορές επενδυτή-κράτους είναι μέρος μιας ευρύτερης τάσης που έχει καταστεί εμφανής από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και δώθε: οι εταιρείες προστατεύονται από επενδύσεις υψηλού ρίσκου ενώ οι πολίτες ακούν ότι οι περικοπές είναι αναπόφευκτες· οι εταιρικές ζημιές κοινωνικοποιούνται και οι φορολογούμενοι πληρώνουν τον λογαριασμό· οι εταιρείες έχουν δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη ενώ τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών μπαίνουν στο περιθώριο.

 

Η κοινή γνώμη σε Ευρώπη και Αμερική προφανώς και θύμωσε με τη διάσωση των τραπεζών. Τώρα, είναι η στιγμή να φωτίσουμε τη διάσωση των επενδυτών και να διεκδικήσουμε μία ριζοσπαστική εκ νέου συγγραφή του σύγχρονου παγκόσμιου καθεστώτος επενδύσεων. Σαν πρώτο βήμα, πιστεύουμε ότι οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξουν τον τερματισμό των υπαρχουσών επενδυτικών συμφωνιών.