Pages

16 May 2020

Κων/νος Φιλιππακόπουλος: Παγκόσμια αταξία και κοινωνικός μετασχηματισμός






Παγκόσμια αταξία και κοινωνικός μετασχηματισμός

 


Συνέντευξη με τον πολιτικό επιστήμονα Κων/νο Φιλιππακόπουλο

 

 


τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου

 

Αν ξεχωρίζαμε ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει το διεθνές περιβάλλον σήμερα, αυτό θα ήταν ο τρομερός κατακερματισμός του παγκόσμιου συστήματος - μια πραγματική παγκόσμια αταξία. Πώς ερμηνεύεται αυτή;

 

Ο πολυπολικός κόσμος που έχει διαμορφωθεί δεν επιτρέπει στις ΗΠΑ να επιβάλουν στους συμμάχους τους όλα τους τα θέλω με κύρια αιτία ότι τα συμφέροντα είναι συνεχώς θεμελιωδώς αντικρουόμενα. Δεν υπάρχει πια η πάλη των αντιθέτων καπιταλισμός - σοσιαλισμός που δημιουργούσε αντικειμενικές ενοποιητικές τάσεις στο εσωτερικό των αντίπαλων στρατοπέδων. Σήμερα, και αυτό αρχίζει μόλις τώρα να διαφαίνεται, κρατικά μορφώματα, τα οποία πρέπει να υπερασπίζονται συγκεκριμένα τοπικά ταξικά οικονομικά και άλλα «εθνικά» συμφέροντα, διαγκωνίζονται για την επιβολή των απόψεών τους χρησιμοποιώντας ακόμα και στρατιωτικά μέσα έστω και σε αντίθεση με τις «πολιτικές επιθυμίες» των μεγάλων και ιστορικών νταβατζήδων της διεθνούς τάξης. Αν τώρα η επίθεση της Τουρκίας σε μία τόσο εύφλεκτη περιοχή όπως είναι η Μέση Ανατολή δημιουργεί προϋποθέσεις μεταβολής των υπαρχόντων συμμαχιών σε συνδυασμό με τις ενδοαστικές συγκρούσεις και διαφορές απόψεων στο εσωτερικό των μεγάλων κρατών (βλ. ΗΠΑ, Κίνα, Γερμανία, Ρωσία, Γαλλία, κλπ.), αυτή η συνθήκη θα αναδείξει ξεκάθαρα, για όσους δεν το έβλεπαν μέχρι τώρα, την απουσία απόλυτου ελέγχου και περιορισμού των εν δυνάμει ποιοτικών κοινωνικών μεταβολών σε κράτη και περιοχές της περιφέρειας, που είναι όμως εξαιρετικά κρίσιμες για τα κομβικά κράτη των διάφορων ιμπεριαλιστικών κέντρων.  Νομίζω πως περνάμε από τις πολιτικές επαναστάσεις σε προοίμια κοινωνικών επαναστάσεων και πάλι βέβαια στους αδύναμους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας αλλά με πολύ μεγαλύτερες και πιο ουσιαστικές επιπτώσεις στους δυνατούς κρίκους της τελευταίας από αυτές που είχε προκαλέσει η επανάσταση του Οκτώβρη.

 

Τι εννοείς με αυτή τη διάκριση πολιτικών-κοινωνικών επαναστάσεων;

 

Ο όρος πολιτική επανάσταση στη μαρξιστική ιστοριογραφία και πολιτική οικονομία χρησιμοποιείται με την έννοια ότι αυτή δεν έχει ως σκοπό την ανατροπή των σε ισχύ παραγωγικών σχέσεων. Αντίθετα ο όρος κοινωνική επανάσταση χρησιμοποιείται για δείξει ότι σκοπός είναι η ριζική μεταβολή των παραγωγικών σχέσεων.

 

Και γιατί τώρα θα είναι μεγαλύτερες και πιο ουσιαστικές οι επιπτώσεις των εξεγέρσεων/μεταβολών από την περιφέρεια στο κέντρο? Γιατί τώρα π.χ. μια εξέγερση στην Τουρκία ή στο Ιράν ή στην Αίγυπτο θα επηρέαζε το κέντρο περισσότερο από την εποχή του Νάσσερ ή του Αγιατολάχ Χομεϊνί?

 

Μετά την έναρξη της εντατικοποιημένης παγκοσμιοποίησης των οικονομικών σχέσεων με την καθολική επέκταση και διαπλοκή των οικονομικών δεσμών μεταξύ όλων σχεδόν των κρατών, μέσα από την πλήρη απελευθέρωση της κίνησης των κεφαλαίων και της απορρύθμισης της αγοράς, η ανατροπή των υφιστάμενων παραγωγικών σχέσεων σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη προκαλεί πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις στη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος από εκείνες που προκάλεσε για παράδειγμα η Ρώσικη επανάσταση. Το 1917 ο κίνδυνος από τη Ρώσικη επανάσταση δεν ήταν συστημικός αλλά παραδειγματικός. Το 2019 μία νέα Κινέζικη κοινωνική επανάσταση μπορεί να προκαλέσει απίστευτες αλυσιδωτές αντιδράσεις μέσα στον κύριο κορμό της καπιταλιστικής οικονομίας. Παρατηρούμε ότι επαναστατικές μεταβολές αρκετά αμφιλεγόμενες ως προς τους στόχους τους και σε χώρες ελάχιστης επιρροής στις διεθνείς οικονομικές ισορροπίες (βλ. Υεμένη) προκαλούν σοβαρά προβλήματα στις τελευταίες. Οι επαναστάσεις του Νάσσερ στην Αίγυπτο και του Χομεϊνί στο Ιράν ήταν πολιτικές επαναστάσεις που όμως ακόμα και αυτές διατάραξαν και η μία ακόμα διαταράσσει τις ζητούμενες από το σύστημα ισορροπίες. Με την αύξηση της έντασης των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, αποτέλεσμα της όξυνσης των οικονομικών αδιεξόδων, που οδηγεί καθημερινά στην αύξηση της χρήσης στρατιωτικών μέσων για ιδιαίτερα προσωρινές αποκαταστάσεις των αναγκαίων για το σύστημα ισορροπιών (βλ. Αραβική Άνοιξη), κοινωνικές επαναστάσεις στην περιφέρεια θα προκαλέσουν μεγάλες αναταραχές στις κοινωνικές δομές των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Με τις σημερινές δυνατότητες μετακίνησης των ανθρώπων και των συστημάτων επικοινωνίας για τη μεταφορά της πληροφορίας, επαναστατικές εκρήξεις, όπως παρατηρούμε, δημιουργούν τεράστιες μεταναστευτικές ροές, που δεν περιορίζονται, όπως κάποτε, στα όμορα κράτη (σφαγή Αρμενίων, Ποντίων, μικρασιατική καταστροφή, κλπ.) αλλά κατευθύνονται στην καρδιά των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Τέλος, οι εμπορικοί πόλεμοι που αναπτύσσονται μέρα με τη μέρα εμπλέκουν πλέον όχι μόνον τους σχεδιαστές αυτών των πολέμων αλλά όλες τις χώρες γιατί η παραγωγή των αγαθών ανήκει πλέον σε μεγάλο βαθμό στην περιφέρεια. Για παράδειγμα ένας δασμός των ΗΠΑ σε ένα προϊόν της Κίνας και αντίστροφα επηρεάζει αποφασιστικά και τις οικονομίες της Ευρώπης γιατί η αγορά των αγαθών και των κεφαλαίων είναι σήμερα σε μεγάλο βαθμό ενοποιημένη.

 

Άρα κάθε κοινωνική επανάσταση, η οποία θα πετύχει σε κάποια χώρα (φυσικά όχι αν γίνει στο Μπενίν) αντίστοιχη στη σημερινή διάρθρωση της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως η Ρωσία το ’17 δηλαδή ας πούμε Βραζιλία, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Ισπανία, Ιταλία, Αίγυπτος, Ιράν, Σαουδική Αραβία, Κορέα, Αργεντινή, κλπ, θα έχει πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις στη διατήρηση του status quo. Αυτό που χρειαζόμαστε πλέον είναι ένα νέο κύμα κοινωνικών επαναστάσεων και οι αλυσιδωτές αντιδράσεις που θα προκαλέσουν θα είναι πολύ πιο δύσκολα διαχειρίσιμες από το σύστημα κυρίως στην προσπάθειά του να απομονώσει τον επαναστατικό ιό πριν μολύνει και το υπόλοιπο σώμα του. Το πέτυχε με σχετική ευκολία στο μεσοπόλεμο με την τότε Σοβιετική Ένωση, έχασε κάπως τον έλεγχο της απομόνωσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σήμερα το ανοσοποιητικό του δυναμικό είναι εξαιρετικά καταπονημένο ώστε σε μία τέτοια επίθεση οι πιθανότητες να καταρρεύσει και με αρκετή ταχύτητα είναι πολύ μεγαλύτερες.

 

Για ποια πράγματα διαφωνούν μεταξύ τους μερίδες της αστικής τάξης στον σύγχρονο καπιταλισμό; Και ποια μορφή λαμβάνουν οι ενδοαστικές συγκρούσεις; Είναι το Brexit; Είναι οι σχέσεις με τη Ρωσία;

 

Είναι φανερό ότι οι ενδοαστικές συγκρούσεις στο εσωτερικό κρατών παρουσιάζονται μέχρι στιγμής μόνο στα κράτη της περιφέρειας, όπου για ποικίλους λόγους κυρίως οικονομικούς, δεν έχουν παγιωθεί οι θεσμικές ρυθμίσεις λειτουργίας του συστήματος (παγιωμένη αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία). Οι κρίσιμες συγκρούσεις ενδοαστικών συμφερόντων επιλύονται πολλές φορές και με τη χρήση όπλων. Τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται κυρίως σε κράτη της περιφέρειας. Για παράδειγμα το Brexit είναι σοβαρή ενδοαστική σύγκρουση που αν συνέβαινε σε κράτος της περιφέρειας μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει και σε πολιτική επανάσταση. Στην Αγγλία αυτή ενδοαστική σύγκρουση παρά τη σφοδρότητά της θα επιλυθεί μέσα από περίπλοκους συμβιβασμούς και θεσμικές ρυθμίσεις που βασικός τους σκοπός είναι να ηττηθεί η «άλλη πλευρά» χωρίς όμως να ενεργοποιηθούν πέραν του κρίσιμου σημείου τα ταξικά αντανακλαστικά της εργατικής τάξης. Πρέπει το επίχρισμα της ιερότητας των θεσμών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας να μην υπονομευτεί πέραν του σημείου εκείνου που να αναδυθεί η ανάγκη για ποιοτικές κοινωνικές μεταβολές.

 

Έχω την εντύπωση ότι κάποιοι σοβαροί περιορισμοί της ανεξαρτησίας των χρηματιστών του Λονδίνου σε σχέση με την προσπάθεια της Γερμανίας να ελέγξει προς όφελός της κάθε οικονομική εξέλιξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγεί τις δυνάμεις του Brexit σε προφανή συνεννόηση και με δυνάμεις στις ΗΠΑ. Βλέπει κανείς για παράδειγμα ότι οι εξαγωγές των ΗΠΑ προς Κίνα κατά κύριο λόγο είναι αγροτικά αγαθά ενώ οι εισαγωγές τους εκτείνονται από σπάνια μέταλλα μέχρι όλων των ειδών βιομηχανικές παραγωγές. Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να εγκαταλείψει η Κίνα το δολάριο ως εργαλείο συσσώρευσης μέσω της συνεχούς αγοράς των αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Παράλληλα οι ΗΠΑ επιχειρούν να ελέγξουν οικονομικά τη Ρωσία και μέσω των ενεργειακών της πόρων να ελέγξουν την Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπε Γερμανία. Η Γερμανία πάλι εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα της βιομηχανικής της παραγωγής μέσα από τις εξαγωγές σε Κίνα και ΗΠΑ γιατί με τις εξαγορές βιομηχανικών κολοσσών, που παράγουν ίδια προϊόντα στα κράτη μέλη της Ε.Ε., αυξάνει κατακόρυφα τα κέρδη της αλλά δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας στο εσωτερικό της. Αν προκαλέσει η ίδια η Γερμανία το κλείσιμο και την περαιτέρω αποβιομηχάνιση των άλλων κρατών της Ε.Ε. μέσα από τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα (χαμηλότερο κόστος εργασίας από τις Βόρειες χώρες και περίπου ίδιο με τις χώρες του Νότου) μέσω των εξαγορών της θα οδηγήσει σε σμίκρυνση της κατανάλωσης μέσα στην Ε.Ε. και κατά συνέπεια σε υψηλή ανεργία (ήδη τη βλέπουμε στο Νότο) και επομένως μείωση των πωλήσεων των αγαθών που παράγει μέσα στην Ε.Ε. με ότι αυτό συνεπάγεται.

 

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ανάγλυφα ότι οι ενδοαστικές συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες και κάθε φορά οι λύσεις που επιβάλλονται χαρακτηρίζονται από το μικρό χρονικό τους ορίζοντα. Το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε θέση συνεχώς ασταθούς ισορροπίας, σε κάθε νέα θέση ο χρόνος που μεσολαβεί από την προηγούμενη είναι μικρότερος και το πέρασμα σε κάθε νέα θέση από την κατάσταση της ευσταθούς ισορροπίας σε αυτήν της ασταθούς γίνεται όλο και πιο γρήγορα.

 

Άρα, η γεωπολιτική αστάθεια συνδέεται άμεσα με οικονομικά αδιέξοδα.

 

Η αδυναμία ελέγχου των οικονομικών εξελίξεων και των αποφάσεων των κυβερνήσεων Ρωσίας και Κίνας κατά τα πρότυπα της αποικιοκρατικής εποχής με την ταυτόχρονη μεγάλη οικονομική και στρατιωτική ανάκαμψη των δύο τελευταίων αποσταθεροποιεί πολύ πιο κεντροβαρικά το καπιταλιστικό σύστημα. Παράλληλα οι αντικειμενική ανάγκη επίλυσης των οικολογικών προβλημάτων δημιουργούν επιπλέον αντιθέσεις ανάμεσα σε κράτη και αστικές μερίδες εντός των κρατών (πετρελαϊκές εταιρείες, εταιρείες ενέργειας, όλες τις σχετικές με αυτές βιομηχανίες) ενώ την ίδια στιγμή ο αυτοματισμός στην παραγωγή και η ψηφιακή επανάσταση με την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης δημιουργούν τεράστιες κοινωνικές πιέσεις με τα μεγάλα ποσοστά ανεργίας, που η εξάπλωσή τους και στις "μεγάλες χώρες" μπορεί να οδηγήσει σε μη ελεγχόμενες εκρήξεις. Η ανισοκατανομή του πλούτου παίρνει τέτοιες διαστάσεις και τέτοια ποικιλομορφία που εντείνει τις μεταναστευτικές ροές προς τα ιμπεριαλιστικά κέντρα ενώ αναγκάζει χώρες της περιφέρειας σε λήψεις αποφάσεων που αποσταθεροποιούν περαιτέρω το σύστημα. Οι στρατιωτικές συγκρούσεις στην περιφέρεια επεκτείνονται και σε συνδυασμό με την κατακόρυφη αύξηση της έντασης στις σχέσεις των αναπτυγμένων χωρών οδηγούν και πάλι σε αυξήσεις των στρατιωτικών προϋπολογισμών με τα συνακόλουθα προβλήματα στις οικονομίες. Τέλος, η πτωτική τάση των ποσοστού του κέρδους σε παγκόσμια κλίμακα που τελευταία αν το παρακολουθείς αρχίζει και διαπιστώνεται και από ινστιτούτα και οικονομολόγους αστούς επιδεινώνει την κατάσταση και το κυριότερο θολώνει την κρίση αυτών που παίρνουν τις αποφάσεις γιατί κάθε καινούρια απόφαση χειροτερεύει τις συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία (βλ. δασμούς Κίνα - ΗΠΑ, Brexit, κλπ).

 

Οι ενδοαστικές αντιθέσεις κατά κύριο λόγο εκφράζονται με τις συγκρούσεις μεταξύ των κρατών-εθνών. Κάτω όμως από τη μεγάλη αστάθεια του συστήματος οι συγκρούσεις αυτές εκφράζονται και στο εσωτερικό των τελευταίων. Θυμίζω τη μεγάλη σύγκρουση στο εσωτερικό των αστικών τάξεων της Αγγλίας και της Γαλλίας κατά το μεσοπόλεμο για την αντιμετώπιση του ναζισμού και του φασισμού στην Ευρώπη και μάλιστα παρά την ενοποιητική επίδραση στο εσωτερικό αυτών των τάξεων της ύπαρξης τότε του μεγάλου και κύριου εχθρού της Σοβιετικής Ένωσης - ενοποιητική επίδραση που οδήγησε για παράδειγμα στις συμφωνίες του Μονάχου. Σήμερα με την απουσία κοινού εχθρού τουλάχιστον "φαινομενικά" (βλ. τις προσπάθειες αναβίωσης της σοσιαλδημοκρατίας σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες - αν ο εχθρός δεν υπήρχε και πραγματικά, έστω εν δυνάμει, κανείς δεν θα κοίταζε να στηρίξει κόμματα που θα επιχειρήσουν να ξεγελάσουν για μία ακόμα φορά την εργατική τάξη) και τα αδιέξοδα, εξ' ορισμού, των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων οδηγούν στην ενδυνάμωση των ενδοαστικών συγκρούσεων. Στα κυρίαρχα κράτη των ιμπεριαλιστικών κέντρων η επίλυση των συγκρούσεων αυτών προς το παρόν πραγματοποιείται με ανάλογες θεσμικές ρυθμίσεις. Στα κράτη της περιφέρειας οι συγκρούσεις αυτές οδηγούνται σε στρατιωτικά πραξικοπήματα ή ακόμα και σε πολιτικές επαναστάσεις.

 

Τι σημαίνουν, δηλαδή, οι προσπάθειες αναβίωσης της σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής;

 

Η ανάγκη να στηθούν νέα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με διάφορους μανδύες - ένας από αυτούς ο πράσινος της οικολογίας, που παρακολουθούμε στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ με την προσπάθεια μετακίνησης των Δημοκρατικών πιο αριστερά - είναι αν θέλεις και ένα διαγνωστικό τεστ που δείχνει ανάγλυφα το φόβο της αστικής τάξης για επερχόμενη κοινωνική αστάθεια και πολέμους που δυνητικά μπορούν να οδηγήσουν σε κοινωνικές επαναστάσεις.. Γίνεται κάθε μέρα και πιο φανερό ότι αποτελεί ένα μεγάλο μύθο ότι η συμμετοχή του κράτους στο επιχειρείν (βλ. υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, συγκοινωνίες, κρατικές εταιρείες εκμετάλλευσης κρίσιμων πλουτοπαραγωγικών πηγών για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας, κλπ.), ο ρυθμιστικός του ρόλος και η αναδιανομή των εισοδημάτων μέσα από τη φορολογία και την κοινωνική πολιτική αποτελούν τις κυρίαρχες αιτίες για τα οικονομικά προβλήματα των αναπτυγμένων κρατών. Ο μύθος αυτός  που βασάνισε και δυστυχώς συνεχίζει να βασανίζει σχεδόν όλα τα κράτη τα τελευταία 40 χρόνια αρχίζει να ξεθωριάζει κάτω από τη ζοφερή πραγματικότητα της μεγάλης ανεργίας, της αναντιστοιχίας των πραγματοποιούμενων επενδύσεων σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας, του αδιεξόδου του άκρατου και άναρχου καταναλωτισμού, των μεγάλων οικολογικών προβλημάτων, της σταδιακής αλλά σταθερής ενσωμάτωσης της μεσαίας τάξης στην εργατική, της φορολογικής πολιτικής και τέλος της ανισοκατανομής του πλούτου. Αυτό το ξεθώριασμα βρίσκει την παλιά σοσιαλδημοκρατία βουτηγμένη πολιτικά στον ίδιο μύθο, αποκομμένη από την εργατική τάξη σε μεγάλο βαθμό ακόμα και εκεί που είχε βαθιές ρίζες και ένοχη για προδοσία όλων των υποσχέσεών της και των συνθημάτων της έχοντας σε όλα σχεδόν τα κράτη ταυτιστεί με την ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού. Υπάρχει λοιπόν μεγάλο πολιτικό κενό και είναι ώριμη και κατάλληλη στιγμή για το χτίσιμο νέων επαναστατικών κομμάτων εκεί που αυτά χάθηκαν μέσα στη λαίλαπα των μύθων του τέλους της ιστορίας. Αν αυτό το χτίσιμο δεν ξεκινήσει άμεσα τότε ο κίνδυνος μίας αναβίωσης της σοσιαλδημοκρατικής αυταπάτης είναι ορατός.   

 

Πώς εξηγείς όμως την αδυναμία των ΗΠΑ να επιβάλλει στρατιωτικά στη Βενεζουέλα ή στη Συρία ή στην Τουρκία αυτό που θα έκανε επί Ψυχρού Πολέμου; Μήπως ο νέος κατατεμαχισμός αφαιρεί από τον ιμπεριαλισμό τη δυνατότητα στρατιωτικής παρέμβασης, λόγω φόβου της αντίδρασης των υπολοίπων πόλων, βλ. Ρωσία, Κίνα;

 

Όταν διακυβεύεται κάτι σημαντικό κατά την εκτίμηση των ιμπεριαλιστικών κέντρων (βλ. Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία) παρά τον κατατεμαχισμό γίνεται ευθεία στρατιωτική παρέμβαση, χωρίς καμία επιφύλαξη, αντίστοιχη με αυτήν του Βιετνάμ. Στην Τουρκία όμως ή στην Βενεζουέλα με την απουσία πλέον της δικαιολογίας εισόδου του στρατοπέδου του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Αμερικανική ήπειρο ή στο μαλακό υπογάστριο της Μέσης Ανατολής και των συνεπαγόμενων κινδύνων για τα συμφέροντα π.χ. των πετρελαϊκών εταιρειών και των τοπικών εκπροσώπων τους η ευθεία στρατιωτική επέμβαση θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στις ντόπιες αστικές τάξεις μεγαλύτερα από αυτά που δημιουργεί ο Ερντογάν ή ο Τσάβες στο εσωτερικό αυτών των χωρών αλλά και στις γειτονικές χώρες. Μία στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα θα κινητοποιήσει ιστορικά και σημερινά ταξικά και εθνικά αντανακλαστικά με κίνδυνο αυτές οι συγκρούσεις να πάρουν ανεξέλεγκτο χαρακτήρα και να αφήσουν χνάρια που πολλοί θα θελήσουν να περπατήσουν και πάλι στο μέλλον. Νομίζω ότι δεν υπολογίζουν τόσο τη στρατιωτική αντίδραση της Ρωσίας ή της Κίνας, χωρίς αυτή να υποτιμάται, αλλά στη μεν Λατινική Αμερική είναι εύκολο με τις συνθήκες που επικρατούν να δημιουργήσουν νέους Μπολίβαρ και Τσε Γκεβάρα στη δε Μέση Ανατολή η νέα τάξη πραγμάτων που θα προκύψει να είναι συνολικά πολύ χειρότερη από αυτήν που υπάρχει τώρα. Ήδη η εξελίξεις στη Συρία δείχνουν ότι η απόφαση να ξεφορτωθούν τον Άσαντ οδήγησε στη στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας καθιστώντας την και εκείνη ρυθμιστή των εξελίξεων. Τα διακυβεύματα σήμερα αξιολογούνται με διαφορετικό τρόπο από την εποχή του υπαρκτού σοσιαλισμού γιατί τότε επικρατούσε πάντα η εκτίμηση του zero game, δηλαδή ό,τι χανόταν για τον καπιταλισμό ήταν αυτόματα κέρδος για το σοσιαλισμό και ανάποδα.

 

Από την άλλη μεριά ας μη ξεχνάμε ότι όπως κυλούν τα χρόνια σβήνει από τη συλλογική συνείδηση η μνήμη της κακής Σοβιετικής Ένωσης, όπως μαρτυρούν οι μελέτες που ρωτούν νέους ανθρώπους για τον υπαρκτό σοσιαλισμό και δηλώνουν πλήρη άγνοια. Έτσι, το κλασικό ταξικό επιχείρημα της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο αρχίζει να αποκτά από αδήριτες ανάγκες επιβίωσης και πάλι υπόσταση. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις του ιμπεριαλισμού από τη στιγμή της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού χάνουν τον ενοποιημένο χαρακτήρα τους (εξαίρεση η επέμβαση στο Σουέζ το 1956 όπου διασπάστηκαν οι δυνάμεις του και αντιπαρατέθηκαν ΗΠΑ εναντίον Αγγλίας και Γαλλίας). Όπως βαθαίνουν οι αντιθέσεις στρατιωτικοί σχηματισμοί των κυρίαρχων χωρών θα βρεθούν σε σημεία του πλανήτη να υπερασπίζονται αντιτιθέμενα συμφέροντα (βλ. Ρωσία και ΗΠΑ στη Συρία). Άλλωστε δε νομίζω ότι θα αργήσει να έρθει η ημέρα να δούμε και τη στρατιωτική εμπλοκή της Κίνας σε διάφορα μέρη του πλανήτη. Η Κίνα ξοδεύει μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ της σε άλλες ηπείρους και δανειοδοτεί κράτη και επιχειρήσεις και επομένως πρέπει να είναι έτοιμη να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της ακόμα και με στρατιωτικά μέσα. Πιστεύω ότι αυτή είναι και η αιτιολογία της μεγάλης αύξησης των στρατιωτικών δαπανών της ιδιαίτερα σε στρατιωτικά μέσα που είναι χρήσιμα για να κάνεις τον πόλεμο σε άλλη γη σε άλλα μέρη.

 

Το φαινόμενο Τραμπ πώς το εξηγείς; Και τι εκφράζει αυτή η προστατευτική αναδίπλωση με τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα;

 

Δεν υπάρχει φαινόμενο Τραμπ. Ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα είναι αναπόφευκτη συνέπεια της πολιτικής της Κίνας που στην αρχή υποτιμήθηκε από τους Δυτικούς. Η Κίνα αποφάσισε να γίνει το εργοστάσιο παραγωγής όλων των αγαθών της Δύσης έχοντας όμως στην αρχή κρυμμένο και μετά διακηρυγμένο στόχο την απόκτηση της γνώσης όλων των βιομηχανικών διαδικασιών  διαθέτοντας ένα ιδιαίτερα μορφωμένο στρώμα ειδικών σε κάθε τομέα της σύγχρονης παραγωγής και ένα ιδιαίτερα φθηνό εργατικό δυναμικό για να προσελκύσει αρχικά τις επενδύσεις. Αυτή η πολιτική συνοδεύτηκε από συσσώρευση μεγάλων κεφαλαίων ιδιωτικών και κρατικών που μπορούσαν να επιτρέψουν τη δημιουργία δικής τους βιομηχανίας που να μη στηρίζεται πλέον μόνο στο φασόν αλλά και στην παραγωγή βιομηχανικών εξοπλισμών ικανών να αντικαταστήσουν επάξια προϊόντα της Δυτικής βιομηχανίας. Το ότι η οικονομία ελέγχεται και κατευθύνεται κεντρικά από το κόμμα υπήρξε καταλύτης αυτής της πολιτικής γιατί μπόρεσε να αντιμετωπίσει τις μεγάλες οικονομικές κρίσεις αυτής της τριακονταετίας με αύξηση των δημοσίων επενδύσεων που κράτησε σταθερή την εσωτερική αγορά. Έτσι μοιραία η Κίνα έγινε με βάση τα παραπάνω, την τεράστια εσωτερική της αγορά, και τις υψηλές τεχνολογίες, μία δύναμη η οποία στην ουσία προκαλούσε και προκαλεί το μεγάλο άνοιγμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ.

 

Άρα ο πόλεμος των δασμών δεν είναι υποκειμενισμός του Τραμπ αλλά ανάγκη αντίδρασης του συνηθισμένου σε αποικιοκρατικές συμφωνίες αμερικάνου αστού σε ένα πραγματικό πρόβλημα της οικονομίας του. Αυτοί που επικρίνουν αυτήν την πολιτική δεν έχουν ουσιαστικά οικονομικά αντίδοτα. Απλά οι πολέμιοι του Τραμπ προτείνουν να επιβάλουν αυτοπεριορισμούς στην Κίνα, η οποία όμως έχει δυναμώσει και δεν είναι διατεθειμένη να τους αποδεχθεί. Βλέπεις ότι το ίδιο γίνεται και με τη Ρωσία όπου οι εμπορικές κυρώσεις σε ένα πολυπολικό κόσμο έχουν για τις μεγάλες αυτές χώρες μικρό έως μηδενικό αποτέλεσμα. Ποιος θα περίμενε λίγα χρόνια πριν ότι η Κίνα θα ανταπέδιδε τον εμπορικό πόλεμο με δικούς της δασμούς στα εμπορικά προϊόντα των ΗΠΑ. Το πόσο ισχυρή είναι η Κίνα το βλέπεις από το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι το αποφεύγουν σαν το διάολο το λιβάνι να προχωρήσουν σε προστατευτικά μέτρα ενάντιά της. Η Γερμανία για παράδειγμα αν σταματήσει να εξάγει στην Κίνα τα αυτοκίνητά της και αντίστοιχα να κατασκευάζει εκεί μεγάλο μέρος της βιομηχανικής της παραγωγής θα αντιμετωπίσει μεγάλη κρίση στην οικονομία της. Αυτοί οι εμπορικοί πόλεμοι επομένως είναι αναμενόμενο να αρχίσουν και να μεγαλώνουν ως αποτέλεσμα των αδιεξόδων της παγκόσμιας οικονομίας.

 

Εντύπωση προκαλεί και το κομφούζιο σε σχέση με τη Μέση Ανατολή - μία φεύγουν τα στρατεύματα μία δε φεύγουν, μία υπέρ των Κούρδων μία κατά, το ίδιο με τους Τούρκους, το ίδιο με το Ιράν. Τι δείχνει αυτή η αδυναμία των ΗΠΑ να βρει το βασικό της "συμφέρον" στη Μέση Ανατολή;

 

Η απάντηση είναι απλή. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ενοποιητικός παράγοντας, δηλαδή το αντίπαλο δέος του υπαρκτού σοσιαλισμού, αυτός που σήμερα είναι φίλος σου αύριο είναι εχθρός σου και τανάπαλιν. Αν διαβάσει κανείς ιστορία μέχρι τη γέννηση της Σοβιετικής Ένωσης θα δει ότι οι συμμαχίες άλλαζαν καθημερινά ανάμεσα στα τότε καθεστώτα και σήμερα ήσαν με την Ελλάδα και το Βενιζέλο και αύριο - στην κυριολεξία αύριο - με την Τουρκία και τον Κεμάλ. Άρα αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο και μη εξηγήσιμο. Το βασικό συμφέρον στη Μέση Ανατολή είναι το πετρέλαιο. Ποιος όμως υπηρετεί αυτό το συμφέρον με σταθερότητα; Το Ισραήλ, οι δυναστείες των βασιλιάδων και μία μεταπρατική τάξη εμπόρων που λειτουργεί σε όλα τα κράτη της Μέσης Ανατολής. Όλοι οι υπόλοιποι  συναποτελούν με την πλατιά έννοια την εργατική τάξη όλων αυτών των χωρών που όμως ανήκουν σε τόσο ποικιλόμορφες κατηγορίες όπου μπλέκονται εθνικά ζητήματα, φυλετικά ζητήματα, θρησκευτικά ζητήματα, μικροαστικά εμπορικά συμφέροντα, ταξικά συμφέροντα, κλπ. Αυτή η ποικιλομορφία κατακερματίζει την εργατική τάξη όλων αυτών των χωρών. Οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών στην προσπάθεια ελέγχου των κοινωνιών τους και ταυτόχρονης προσφοράς υπηρεσιών στους ξένους ιδιοκτήτες, κατ’ ουσία, των πλουτοπαραγωγικών τους πηγών αλλάζουν συνεχώς τη στάση τους προκειμένου σε τελευταία ανάλυση να υπηρετούν τα συμφέροντα των τελευταίων.

 

Αυτές οι συνεχείς μεταβολές των δεδομένων αναγκάζουν και τους ξένους ποικιλώνυμους προστάτες να αλλάζουν συνεχώς την εκάστοτε πολιτική τους χρησιμοποιώντας και τις ωμές στρατιωτικές επεμβάσεις όπου κρίνουν ότι αυτό απαιτείται. Αυτό που δεν αλλάζει είναι ο κεντρικός στόχος της πολιτικής των ΗΠΑ που είναι η προστασία με κάθε κόστος των ενεργειακών τους συμφερόντων. Θυμίζω ότι το Ιράν έγινε εχθρός την επόμενη μέρα της ανατροπής του Σάχη που τα πετρελαϊκά κοιτάσματα της χώρας έπαψαν να είναι ιδιοκτησία των πετρελαϊκών εταιρειών. Έτσι οι σημερινοί σύμμαχοι μετατρέπονται σε αυριανούς εχθρούς. Θυμήσου τι αντικρουόμενα εθνικά και ταξικά συμφέροντα έκρυβαν μέσα τους οι Ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες μέχρι το 1920 που κατέρρευσαν (μιλάω μέσα στην Ευρώπη) και πως άλλαζαν κάθε μέρα τις συμμαχίες τους απλά γιατί τα οικονομικά συμφέροντα εξ' ορισμού μεταβάλλονται καθημερινά. Επομένως σήμερα είσαι με τους Κούρδους και αύριο ενάντιά τους.

 

Μία μικρή παρένθεση εδώ. Πολλές φορές οι ιδεολογικοί μανδύες που επιβάλλονται από την άρχουσα τάξη και τυλίγουν όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής παίρνουν μία δική τους υλική δύναμη και οδηγούν σε αποφάσεις που μερικές φορές δεν υπηρετούν μακροπρόθεσμα αλλά και βραχυπρόθεσμα τα ταξικά της συμφέροντα. Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά την αμερικανική εξωτερική πολιτική από την εποχή του Ρήγκαν θα διαπιστώσει ότι το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα που υποτίθεται θα θεράπευε τα οικονομικά προβλήματα που προκαλούσε το κράτος και οι ρυθμίσεις του διαμόρφωσε και διαμορφώνει και το περιεχόμενό της.  

 

Άλλωστε γι' αυτό και ο υπεριμπεριαλισμός του Καούτσκι, που τον ονειρεύτηκαν πολλοί σοσιαλδημοκράτες πριν και μετά το θάνατό του ήταν μία ονείρωξη τόσο μακριά από την πραγματικότητα όσο και ένας άλλος γαλαξίας από τον δικό μας. Ενοποίηση των καπιταλιστικών συμφερόντων στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, όπως και σε όλα τα προηγούμενα στάδιά του, είναι αδύνατον να υπάρξει. Κατάργηση της ταξικής πάλης είναι αδύνατον να υπάρξει. Μάλιστα στην εποχή της παρακμής του ιμπεριαλισμού η αδυναμία του να συνταχθούν έστω και μερικώς τα συμφέροντά του σε κοινό μέτωπο θα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε τοπικούς και γενικευμένους πολέμους σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, τα αποτελέσματα των οποίων θα καταλήγουν στην επιβολή μίας ανεξέλεγκτης κοινωνικής βαρβαρότητας.

 

Οι νέοι παίκτες στη γεωπολιτική σκακιέρα, η Ρωσία και η Κίνα, μπορεί να έχουν ρόλο σε μελλοντικές επαναστατικές ανακατατάξεις;

 

Η Ρωσία και η Κίνα παρουσιάζουν μία αξιοσημείωτη καπιταλιστική ανάπτυξη με ένα ιδιαίτερα υψηλού μορφωτικού επιπέδου εργατικό δυναμικό. Οι εργατικές τάξεις και των δύο χωρών διαθέτουν μερικά από εκείνα τα χαρακτηριστικά, τα οποία λείπουν μέχρι ένα βαθμό από τις αντίστοιχες των αναπτυγμένων χωρών της Δύσης. Είναι μορφωμένες, έχουν συλλογική ιστορική πείρα από υψηλού βαθμού πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση, οι μεγάλοι αριθμοί των μελών τους εργάζονται στις λεγόμενες κλασικές γραμμές παραγωγής της πραγματικής οικονομίας, η μαρξιστική επαναστατική παράδοση έχει βαθιές ρίζες, οι δομές κρατικές και κοινωνικές είναι ιδιαίτερα συγκεντρωτικές, ο έλεγχος της καπιταλιστικής ανάπτυξης γίνεται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος και τα κόμματα εξουσίας, οι ρίζες της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι πολύ αδύναμες και η φενάκη των θεσμικών ρυθμίσεων, που κοιμίζει τις κοινωνίες, είναι μικρού βεληνεκούς και ανεπαρκούς απόδοσης, το στρατιωτικό κατεστημένο στηρίζεται στην υποχρεωτική στράτευση του συνόλου του πληθυσμού ενώ στη συνείδηση των πολλών είναι αποδεκτή η ακόμα και αιματηρή παρέμβασή του στα κοινωνικά δρώμενα και τέλος σήμερα οι χώρες αυτές διαθέτουν πραγματική αυτονομία και κανένα εμπάργκο δεν μπορεί να ανατρέψει ανεπιθύμητες από τη Δύση κοινωνικές αλλαγές. Σημειώνω ότι η βιομηχανική ανάπτυξη αυτών των χωρών είναι σε τέτοιο σημείο που μπορούν να επεξεργαστούν και να εφαρμόσουν χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία μοντέλα ανάπτυξης που να προσομοιάζουν με τη μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία. Δηλαδή δεν έχουν την εγγενή αδυναμία λόγω του σημείου που βρίσκεται η ανάπτυξη των παραγωγικών τους δυνάμεων να αναπαραγάγουν το καπιταλιστικό αδιέξοδο όπως έγινε στην πρώτη απόπειρα. Σε αυτές τις χώρες λοιπόν είναι πιο πιθανό να σπάσει ο αδύνατος κρίκος του ιμπεριαλισμού με απεριόριστες δυνατότητες να πάρει το δρόμο της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Τέλος και οι δύο χώρες διαθέτουν τέτοια δύναμη που εάν επιβληθεί ένα επαναστατικό καθεστώς η Δύση δεν θα μπορεί να παρέμβει ούτε στρατιωτικά για να σβήσει τη φωτιά.